Ένα λαχανικό που τραβά αμέσως το βλέμμα ακόμη και αν το δεις σε φωτογραφία -πόσο μάλλον στον πάγκο μιας λαϊκής αγοράς. Με το εντυπωσιακό του χρώμα μοιάζει σχεδόν διακοσμητικό. Και όμως, είναι απολύτως φυσικό και γεμάτο θρεπτικά οφέλη.
Το μοβ κουνουπίδι είναι ποικιλία της ίδιας οικογένειας με το κλασικό λευκό και το μπρόκολο (Brassica oleracea), αποτέλεσμα φυσικών διασταυρώσεων διαφορετικών ποικιλιών, χωρίς γενετική τροποποίηση ή άλλη τεχνητή παρέμβαση.
Είναι φυσικό το χρώμα του μοβ κουνουπιδιού;
Ναι! Το μοβ χρώμα του δεν οφείλεται σε τεχνητό χρωματισμό ή άλλη επεξεργασία, είναι απολύτως φυσικό. Η απόχρωση προέρχεται από τις ανθοκυανίνες, φυσικές φυτικές χρωστικές που συναντάμε επίσης στα μύρτιλα, τα βατόμουρα, τα κόκκινα λάχανα, οι μελιτζάνες και τα σταφύλια. Πρόκειται για ισχυρά αντιοξειδωτικά που συμβάλλουν στην καλή λειτουργία του οργανισμού και ενισχύουν το ανοσοποιητικό.
Υπάρχει στην Ελλάδα;
Ναι, καλλιεργείται και στην Ελλάδα, ωστόσο σε πολύ μικρότερες ποσότητες από το λευκό. Τα τελευταία χρόνια αρκετοί παραγωγοί —κυρίως σε περιοχές της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Κρήτης— πειραματίζονται με χρωματιστές ποικιλίες κουνουπιδιού (μοβ, πράσινες ή πορτοκαλί). Η εποχή του είναι ο φθινόπωρο και ο χειμώνας, όπως και του λευκού κουνουπιδιού.
Πώς μαγειρεύεται το μοβ κουνουπίδι;
Μαγειρεύεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως και το κλασικό λευκό κουνουπίδι. Ψητό, βραστό, στον ατμό, σε πουρέ ή ωμό σε σαλάτες όπου κρατάει και αυτούσιο το υπέροχο χρώμα του— όλα του ταιριάζουν.
Ένα μικρό μυστικό: όταν βράζετε μοβ κουνουπίδι, το χρώμα του μπορεί να αλλάξει ελαφρώς, να γκριζάρει ή να μπλεδίσει. Προσθέτοντας λίγο χυμό λεμονιού ή ξίδι στο νερό του θα το κρατήσετε μοβ προς φούξια.
Τι θρεπτικά συστατικά περιέχει το μοβ κουνουπίδι;
Όπως και οι συγγενείς του, το μοβ κουνουπίδι είναι πλούσιο σε βιταμίνες C και Κ, ίνες και αντιοξειδωτικά. Χάρη στις ανθοκυανίνες του, αποκτά αντικαρκινικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Είναι ελαφρώς πιο γλυκό και απαλό στη γεύση από το λευκό κουνουπίδι, κάτι που το κάνει ιδιαίτερα αγαπητό στα μικρά.
Γιατί κυριάρχησε η λευκή ποικιλία κουνουπιδιού;
Παρότι υπάρχουν μοβ, πράσινες και πορτοκαλί ποικιλίες, το λευκό κουνουπίδι κυριάρχησε ιστορικά στην καλλιέργεια και στο εμπόριο. Οι λόγοι ήταν κυρίως αισθητικός και πρακτικοί: η λευκή ποικιλία θεωρούνταν πιο «αγνή», «καθαρή» και ομοιόμορφη στην εμφάνιση, πιθανώς να είχε και πιο σταθερή απόδοση στις καλλιέργειες ή μεγαλύτερη διάρκεια συντήρησης. Έτσι, έγινε η «κλασική» εκδοχή κουνουπιδιού που όλοι γνωρίζουμε, αφήνοντας τις χρωματιστές ποικιλίες σε δεύτερο πλάνο.
Πέρα όμως από το μοβ, αξίζει να γνωρίζουμε και το πορτοκαλί κουνουπίδι, που περιέχει βήτα-καροτίνη (την ίδια ουσία που χρωματίζει τα καρότα και τις γλυκοπατάτες) και έχει επίσης γλυκιά, φίνα γεύση.
Το μοβ, όπως και το πορτοκαλί, κουνουπίδι δεν είναι «πειραγμένα» λαχανικά, αλλά φυσικές, εξαιρετικά θρεπτικές ποικιλίες, που απλώς δεν καλλιεργούνται σε τόσο μαζική κλίμακα, όπως το λευκό.











