Αρχική Blogs Ο Παπακαλιάτης στο Ντουμπάι (2ο)

Ο Παπακαλιάτης στο Ντουμπάι (2ο)

0

“Η λάμψη που μπορεί να δημιουργείται γύρω από την εικόνα σου εμποδίζει τους άλλους να σε δουν πιο βαθιά” -Μιμή Ντενίση

Και πάλι το I cook* επιστρέφει στον αγαπημένο του συνδυασμό έρωτα και γαστρονομίας. Ο έρωτας μεταμορφώνει τον μάλλον αδιάφορο και σίγουρα βουλημικό ήρωα μας, σε ευαίσθητο περί τα κοινωνικά προβλήματα πολίτη. Η μεγάλη αλλαγή συμπυκνώνεται αισθητικά και κοινωνιολογικά στο ότι ότι ο ερωτοχτυπημένος μας γίνεται μεγάλος φαν του Παπακαλιάτη και της σειράς του “4”.

Και έφτασε εντέλει η Κυριακή! Γενικά μιλώντας, οι Κυριακές είναι οι πιο παράξενες μέρες. Τις ξεκινάς μες στην καλή χαρά και τις τελειώνεις μες στη βαθιά κατάθλιψη. Σηκώνεσαι από το κρεββάτι φρέσκος-φρέσκος και αποφασισμένος να κάνεις όλα αυτά που θα έπρεπε να είχες κάνει μες στη βδομάδα, και τελικά πέφτεις για ύπνο έχοντας κάνει ελάχιστα, πολλές φορές ακόμα και τίποτα.  Ξυπνάς αργά γιατί σύρθηκες στο σπίτι κατά τις 5 το πρωί, μετά σε παίρνει κανάς κολλητός τηλέφωνο, να πιούμε κανά καφέ, ε αφού τον ήπιαμε τον καφέ δε ζητάμε και καμιά μπύρα, και  καμιά ποικιλία ρε παιδιά να μην πίνουμε ξεροσφύρι, και μετά και άλλες ποικιλίες και ακόμα περισσότερες  μπίρες, και στο τέλος μια γύρα τζόνι επισφραγίζει τον ολισθηρό κατήφορο σε όσα σ’ αρέσει να κάνεις ενώ δεν πρέπει καθόλου να τα κάνεις, γιατί έτσι  δεν κάνεις όλα αυτά που πρέπει οπωσδήποτε να κάνεις, αλλά δεν σού αρέσει καθόλου να τα κάνεις. Στο τέλος της ημέρας (και κυριολεκτικά και κατά την αγγλοσαξονική μεταφορά), βυθίζεσαι στον αλκοολούχο βούρκο των ενοχών: πάλι δεν πήγες γυμναστήριο, πάλι δεν καθάρισες το σπίτι, πάλι η βόλτα για κατούρημα του Ευπατρίδη ήταν μέχρι το απέναντι ψιλακατζίκο…
Αυτή η Κυριακή θα ήταν όμως (έπρεπε να είναι!) διαφορετική. Μια Κυριακή που θα έκανα όσα έπρεπε να κάνω, όχι μόνο γιατί έπρεπε να κάνω, αλλά και γιατί ήθελα οπωσδήποτε να τα κάνω. Ξύπνησα λοιπόν νωρίς και όχι αργά, οι κολλητοί τηλεφώνησαν αλλά εγώ δεν τους απάντησα, σταμάτησα στον καφέ χωρίς ν’ αρχίσω τις μπύρες, και πήγα να ψηφίσω τον Αντώνη παρέα με τον Ευπατρίδη, συνδυάζοντας έτσι τον  πολιτικό ακτιβισμό με τη φιλοζωία. Όπως το είχα προβλέψει, κανένας δεν είχε προβλέψει να τσεκάρει όσους ήθελαν να ψηφίσουν πρόεδρο της ΝΔ με τη λίστα όσων είχαν ψηφίσει και στο ΠΑΣΟΚ, και έτσι ψήφισα κανονικά, αν και με καθυστέρηση, γιατί οι υπολογιστές δεν έπαιζαν, αλλά αφού κάναμε τα χέρια μας χωνί και αρχίσαμε να φωνάζουμε ότι είναι αντιδημοκρατικό αυτό το πράγμα και τι μας φωνάξατε εδώ αφού δεν θέλετε να ακούσετε τη βάση, και δεν σας νοιάζει η γνώμη μας που έχουμε δώσει αγώνες για την παράταξη και τον τόπο, τελικά ψηφίσαμε με χειρόγραφες λίστες, οπότε όχι μόνο θα μπορούσες πολύ άνετα να έχεις ψηφίσει και ΠΑΣΟΚ και να μη σε πιάσουν, αλλά θα μπορούσες επίσης να  έχεις ψηφίσει και δυο φορές τον Αντώνη, ή και τρεις ακόμα …δεν ξέρω όμως τι θα συνέβαινε αν είχες ψηφίσει δύο ή τρεις φορές στο ΠΑΣΟΚ, αν δηλαδή θα μπορούσε να εντοπίσει το μηχανογραφικό (ή όποιο άλλο) σύστημα της ΝΔ ότι έχεις ψηφίσει δύο ή τρεις φορές στο ΠΑΣΟΚ, γιατί αν είχες ψηφίσει μόνο μία είναι σίγουρο ότι δεν μπορούσαν να σε εντοπίσουν. 

 Η σούπερ ημέρα θα τελείωνε το βράδυ στο “Ρυμούλκο” όπου είχα ραντεβού με αυτήν την κοπέλα που βλέπω το τελευταίο διάστημα (και για την οποία έχουμε ήδη μιλήσει), χάρη στην οποία έχω ευαισθητοποιηθεί για τα κοινωνικά προβλήματα  και παρακολουθώ πολύ στενά τη σειρά του Παπακαλιάτη, ο οποίος, όπως ήδη είπαμε, φέρνει στο σαλόνι μας τον κοινωνικό προβληματισμό για τα κοινωνικά προβλήματα των πιο προβληματικών κοινωνικών ομάδων, και ιδιαίτερα αυτά της μεγάλης (πλην αγνοημένης από τα ΜΜΕ) μερίδας συμπολιτών μας που ανήκουν σε οικογένειες με τέσσερα αγόρια, όπου ο μπαμπάς, που μόλις αυτοκτόνησε, είχε και μια παράλληλη σχέση, με την οποία μάλιστα απέκτησε και μια κόρη, την οποία ο ένας γιος γνώρισε στην Αμερική και τα έφτιαξε μαζί της, χωρίς να γνωρίζει ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για την ετεροθαλή αδερφή του, η οποία προέκυψε από την ένωση της για χρόνια ερωμένης του πατέρα του με τον πατέρα του, ο οποίος, όπως είπαμε, είχε λίγο καιρό που αυτοκτόνησε. Ένας άλλος αδερφός τα έχει με μια άστεγη, και στο τελευταίο επεισόδιο έμεινε έγκυος η κολλητή της κοπέλας του γιου του αυτόχειρα, που είναι ταυτόχρονα και ετεροθαλής αδερφή του, αλλά κάτι έγινε με το DNA και μπορεί και να μην είναι τελικά αδερφή του, το οποίο όμως το κάτι εγώ το έχασα, γιατί εκείνη την ώρα που γινόταν αυτό το κάτι, είχα πάει στην κουζίνα για να φτιάξω ένα σαντουιτσάκι με φέτα και βαυαρέζικο σαλάμι.
Η αλήθεια είναι ότι, φτάνοντας στο Ρυμούλκο, δεν είπα την αλήθεια όταν ζήτησα συγγνώμη γιατί άργησα αφού δεν έβρισκα να παρκάρω. Η πραγματική αλήθεια είναι ότι είχα αργήσει στο ραντεβού γιατί πιο πριν είχα αργήσει να ετοιμαστώ, οπότε αφού άργησα να ετοιμαστώ και να ξεκινήσω από το σπίτι, όπως ήταν επόμενο άργησα και στο ραντεβού. Τελικά ούτε η καθυστέρηση αλλά ούτε και το αθώο ψεματάκι μου είχαν την παραμικρή επίπτωση στο κέφι της βραδιάς, κι αυτό φάνηκε από την αρχή, όταν η κοπέλα, για την οποία σάς έχω ήδη μιλήσει, έτρεξε προς το μέρος μου, με πήρε αγκαλιά, και μου έσκασε ένα τελείως τεράστιο φιλί στο στόμα. Και για να πω την αλήθεια, την πραγματική αλήθεια, και όχι αυτή την αλήθεια που είχα πει για το παρκάρισμα, ένοιωσα εκείνη τη στιγμή τελείως ευτυχισμένος, όχι μόνο γιατί η αγαπημένη μου φιλούσε τέλεια, ούτε μόνο γιατί έχει το πιο τέλειο λευκό κορμί που είχα αγκαλιάσει ποτέ μου (με την εξαίρεση εννοείται της μαμάς)… αυτά βέβαια έχουν τη (μεγάλη) αξία τους, και μάλιστα γράφονται στα χαϊλάιτς του έρωτα όταν τα συνδυάζεις με ευαισθησία για τα κοινωνικά προβλήματα και τεσσερισήμισι σελίδες Ε9. Η ευτυχία όμως δεν υπάρχει να δεν τη μοιράζεσαι με τους άλλους. Κι η πιο ευτυχία απ’ όλες είναι να τσιμπάς με την άκρη του ματιού τις άκρες των ματιών των υπόλοιπων που τρώνε στο Ρυμούλκο, γιατί τότε ζεις τη μεγάλη ευτυχία να είσαι εσύ ο μαλάκας που δείχνουν οι υπόλοιποι, γιατί γενικά είναι κακό να σε λένε μαλάκα, αλλά δεν υπάρχει πιο μεγάλη ευτυχία και πιο σπουδαίο κατόρθωμα από να αναρωτιούνται για σένα “κοίτα ένα μαλάκα που κυκλοφορεί το γκομενάκι”, γιατί εκείνη τη στιγμή ο μαλάκας ανακηρύσσεται αρχηγός της αγέλης, και σηκώνει με ένα ουρανομήκες μούγκρισμα το τσάμπιονς λιγκ των ανθρώπινων σχέσεων, υπό τη σιωπηλή και ζηλιάρικη αποδοκιμασία των υπόλοιπων πιθήκων.

Το παρεάκι της δικιάς μου δεν το ‘χα ξαναδεί, αλλά ήξερα ήδη πολλά για αυτές μετά από όσα είχα ακούσει, κι ήταν πολλά αυτά που είχα μάθει, παρ’ ό,τι τα περισσότερα δεν μπορούσα να τα θυμηθώ. Το βέβαιο πάντως είναι ότι η μία ξέρει πάρα πολλά από Τέχνη γιατί δουλεύει στο περιοδικό Upper City που ασχολείται με τις ζωές των καλλιτεχνών -και η άλλη όμως είχε σχέση με τη δημοσιογραφία, αλλά αυτή ειδικεύεται κυρίως στο ριαλ εστέιτ, γιατί ο άντρας της έχει μια πολύ πετυχημένη τηλεοπτική εκπομπή που αποκαλύπτει σκάνδαλα. Με τη δικιά μου δεν ξέρω πώς γνωρίστηκαν, αλλά από τότε που συνέβη αυτό, που δεν θυμάμαι πώς συνέβη και ντρέπομαι να ξαναρωτήσω, έχουν γίνει κολλητές, πράγμα που διευκολύνεται από το ό,τι μένουν όλες στην Πολιτεία και συμμετέχουν στην τοπική οργάνωση του Συλλόγου Ελπίδα που έχει ιδρύσει εδώ και πολλά χρόνια η Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της Ουνέσκο και Ύπατη Πρόεδρος του Ιδρύματος Απανταχού Ελληνισμού Μαριάννα Βαρδινογιάννη. Υπό μια έννοια, η δικιά μου απόψε θα με παρουσίαζε στο παρεάκι, η γνώμη του οποίου βάρυνε πολύ. Ήξερα ότι έπρεπε να κάνω την καλύτερη εντύπωση και γι’ αυτό είχα προετοιμάσει σειρά πολύ ενδιαφερόντων θεμάτων για συζήτηση. Ο στόχος μου ήταν να κουμαντάρω έτσι την κουβέντα, ώστε η πρόσκληση για την εξωτική απόδραση στου Ντουμπάι να προέκυπτε φυσικά, σαν ιδέα της στιγμής, μην το πολυσκέφτεσαι απλά follow youw heart μακριά από τη μεγαλούπολη και το τσιμέντο.

Έιχα καταλάβει βέβαια ότι το παρεάκι ήταν προχωρημένο, αλλά δεν φανταζόμουν ότι ήταν τόσο πολύ ώστε να τους παίρνει παραγγελία ο ίδιος ο μετρ του Ρυμούλκου, ο διεθνούς φήμης σεφ Λάζαρος Ελευθερίου. (Τον Ελευθερίου τον ήξερα ακόμα κι εγώ, γιατί μετά τη συνεργασία του με πασίγνωστο free press μαγειρικής, έπαψε να είναι απλά ένας από τους πιο σπουδαίους μάγειρες της γενιάς του, και μετατράπηκε σε πραγματικό σταρ. Γιατί το συγκεκριμένο free press είναι το περιοδικό των γαστρονομικών σταρ!)   Εκείνη λοιπόν την ώρα που έφτασα, ο Ελευθερίου την έκανε σιγά-σιγά γιατί είχε πάρει παραγγελία από το παρεάκι της δικιάς μου, αλλά κοντοστάθηκε για να εξυπηρετήσει και τον καθυστερημένο. Είπα να το παίξω άνετος, οπότε γύρισα και τού είπα “μην μπείτε στον κόπο να μού πείτε τι έχετε, εγώ θα ήθελα μια μοσχαρίσια” (στην πραγματικότητα ήθελα μπιφτέκι, αλλά σε τέτοιες περιπτώσεις πάντα θυμάμαι τη μαμά που μού έλεγε να μην τρώω κιμά έξω, γιατί οι ταβερνιάρηδες είναι απατεώνες και τους σερβίρουν χαλασμένους).  Κι εκείνη τη στιγμή, κοιτώντας από τη μια το σεφ και από την άλλη την παρέα της δικιάς μου, κατάλαβα ότι είχα πει μαλακία. Δεν ήξερα τι ακριβώς έπαιζε, αλλά σίγουρα στο συγκεκριμένο μαγαζί για κάποιο λόγο δεν έπαιζε με την καμία μοσχαρίσια. Ίσως ο τύπος να είχε σχέση με Ινδία που δεν τρώνε τις αγελάδες…

*Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2010: πέρυσι τέτοιον καιρό η Ελλάδα έβλεπε “4” και το Ντουμπάι αποδεικνυόταν μια …δανεική φούσκα. Τότε ήταν που ο Γιάννης Εμμανουηλίδης στοχάστηκε επί του ζητήματος και εκπόνησε αυτό το εξαίρετο δείγμα pop surreal γραφής, από το οποίο -φευ- αναζητούμε το πρώτο με μέρος, μα δεν το βρίσκουμε.

Βρείτε αγαπημένες συνταγές της παραδοσιακής & σύγχρονης Ελληνικής κουζίνας με καθημερινή ενημέρωση, στο iCookGreek.com